Σου γράφω πάλι από ανάγκη
η ώρα πέντε το πρωί
το μόνο πράγμα που `χει μείνει
όρθιο στον κόσμο είσαι εσύ
Τι να τις κάνω τις τιμές τους
τα λόγια τα θεατρικά
μες στην οθόνη του μυαλού μου
χάρτινα είδωλα νεκρά
Να μ’ αγαπάς όσο μπορείς να μ’ αγαπάς
Κοιτάζοντας μες στον καθρέφτη
βλέπω ένα πρόσωπο γνωστό
κι ίσως η ασχήμια του να φύγει
μόλις πλυθώ και χτενιστώ
Βρωμάει η ανάσα απ’ τα τσιγάρα
βαραίνει ο νους μου απ’ τα πολλά
στον τοίχο κάποια Μόνα Λίζα
σε φέρνει ακόμα πιο κοντά
Να μ’ αγαπάς όσο μπορείς να μ’ αγαπάς
Αν και τελειώνει αυτό το γράμμα
η ανάγκη μου δε σταματά
σαν το πουλί πάνω στο σύρμα
σαν τον αλήτη που γυρνά
Θέλω να `ρθείς και να μ’ ανάψεις
το παραμύθι να μου πεις
σαν μάνα γη να μ’ αγκαλιάσεις
σαν άσπρο φως να ξαναρθείς.