Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

Φοινικιές - Βασίλης Παπακωνσταντίνου





Να φεύγεις, να φεύγεις, να φεύγεις 
ώσπου να βρεις τις ακτές 
που χρόνια, τα χρόνια στολίζουν 
με σημαιάκια του χτες 
οι αιώνες 
ξεβαμμένες, αρχαίες εικόνες 
μεγαλεία 
σκονισμένα σε ράφια βιβλία 
μα εσύ πρέπει πάντα να φεύγεις 
να βρίσκεις τις φοινικιές 
που κάθε τους λόγχη σου δείχνει 
μια απ\' τις παλιές σου μορφές 

Γόνος, νόθος του θεού του ήλιου 
καπετάνιος, σε πλωτό νου Νείλου 
Αλχημίστας κι ιερέας δικαστής 
Νέγρος ταξιτζής μέσα στο Χάρλεμ 
Αριβίστας ζιγκολό στο Σάλεμ 
Καζανόβας και Λατίνος εραστής 

Λαδωμένος παλαιστής του Σούμο 
Πακιστανός μούτσος σ' ένα τσούρμο 
που βυθίζεται ανοιχτά των Αντιλλών 
Γελαστός παλιάτσος και ακροβάτης 
μεσ\' το Σόχο ζόρικος προστάτης 
γόης εξαθλιωμένων γυναικών 

Όλα γυρίζουν, ξαναγυρίζουν 
λειώνουν τελειώνουν 
και ξαναρχίζουνε 

Ίωνας φιλόσοφος και ρήτωρ 
Στη Σεβίλλη ταύρος επιβήτωρ 
Που πεθαίνει σ' του τορέρο το σπαθί 
Δολοφόνος ενός πρώην τσάρου 
Φύλακας ενός σβησμένου φάρου 
Αμανές σε Οθωμανικό τζαμί 

Στα βουνά της Αφρικής αντάρτης 
ήρωας πολεμιστής σακάτης 
τα παράσημα του βγάζει στο σφυρί 
Μάγος του Αμαζονίου μάντης 
κολασμένος συγγραφέας Δάντης 
Σαμουράι πέρα στην Ανατολή. 

Όλα γυρίζουν, ξαναγυρίζουν 
λειώνουν τελειώνουν 
και ξαναρχίζουνε 

Κι όμως πρέπει πάντα να φεύγεις 
να βρίσκεις τις φοινικιές 
φλεγόμενες βάτους που λένε 
σαν τις σειρήνες, ψευτιές 
Να φεύγεις, να φεύγεις, να φεύγεις 
ν' ακολουθείς τις φωνές 
στους δρόμους που πάντα φωτίζουν 
φλεγόμενες οι φοινικιές


Μεσόγειος - Αντώνης Καλογιάννης





Μεσόγειο τη λεν και παίζουνε γυμνά
παιδιά με μαύρα μάτια αγάλματα πικρά
γέννησε τους Θεούς, τον ίδιο το Χριστό
το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τον καιρό
μεσ’ τη Μεσόγειο

Το αίμα τους αιώνες σκάλισε εκεί
τα βράχια και τους κάβους και τη βαθιά σιωπή
νησιά σαν περιστέρια αιώνιες φυλακές
το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τις βροχές
μεσ’ τη Μεσόγειο

Οι κάμποι κι οι ελιές χάνονται στη φωτιά
τα χέρια μένουν μόνα κι άδεια τα κορμιά
λαοί της συμφοράς και πίκρα του θανάτου
το καλοκαίρι εκεί δε χάνει τα φτερά του
μεσ’ τη Μεσόγειο

εδώ στη λίμνη αυτή γεννήθηκα κι εγώ
μεσόγειος του φόβου και των πικρών καιρών
τα όνειρα που `παίζαν στα βαθιά νερά
γινήκαν δέντρα μόνα στα ξερά νησιά
μεσ’ τη Μεσόγειο

Τον Παρθενώνα κρύβουν σύννεφα βαριά
στην Ισπανία εχάθη η λέξη «λευτεριά»
πάντα η Αθήνα μένει όνειρο πικρό
το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τον καιρό
μες στη Μεσόγειο