Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αλέκος Σακελλάριος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αλέκος Σακελλάριος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Θα σε πάρω να φύγουμε - Πάνος Παπαθανασίου





Θα σε πάρω να φύγουμε
σ’ άλλη γη σ’ άλλα μέρη
που κανέναν δεν ξέρουμε
και κανείς δε μας ξέρει

Δε θα έχει η αγάπη μας
καρδιοχτύπια και πόνους
κι αγκαλιά θα βαδίζουμε
στους μεγάλους τους δρόμους

Θα σε πάρω να φύγουμε
ως του κόσμου την άκρη
για να πάψει απ’ τα μάτια σου
να κυλάει το δάκρυ

Θα σε πάρω να φύγουμε
σ’ άλλη γη σ’ άλλα μέρη
που κανέναν δεν ξέρουμε
και κανείς δε μας ξέρει

Θα σε πάρω να φύγουμε
σ’ άλλη γη σ’ άλλα μέρη
που κανέναν δεν ξέρουμε
και κανείς δε μας ξέρει


Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Άρχισαν τα όργανα - Τώνης Μαρούδας





Άρχισαν τα όργανα

σήκω απ’ τη θέση σου
χόρεψε ζεϊμπέκικο
λύγισε τη μέση σου

Χτύπησε τα πόδια σου
πάνω στον ασήκικο σκοπό
έτσι μου γουστάρεις
έτσι σ’ αγαπώ 

Άρχισαν τα όργανα
το παλιό ντερβίσικο
να μη μου το χόρευες
θα `τανε αφύσικο

Χόρεψε κορίτσι μου
παλαμάκια εγώ θα σου χτυπώ
έτσι μου γουστάρεις
έτσι σ’ αγαπώ 

Άρχισαν τα όργανα το
μπουζούκι εργάζεται
να το το κορίτσι μου
σιέται κι τινάζεται

Φτου σου κοπελάρα μου
ε ρε τι μου κάνεις πω πω πω
έτσι μου γουστάρεις
έτσι σ’ αγαπώ

Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Ο γλάρος - Αλίκη Καγιαλόγλου





Μια βάρκα ήταν μόνη της σε θάλασσα γαλάζια
κι ήτανε κι ένας γλάρος με ολόλευκα φτερά
κι όλο την κοντοζύγωνε για να της κάνει νάζια
και τις φτερούγες του έβρεχε στα γαλανά νερά

Και ζήλεψα τη βάρκα τη μικρή τη χιονάτη
που της φιλούσε ο γλάρος το κατάλευκο πανί
Και νιώθω σαν βαρκούλα στα γαλάζια τα πλάτη
που όλο περιμένει κάποιο γλάρο να φανεί

Ένα γεράνι κόκκινο λουλούδισε στη γλάστρα
κι ήρθε μια πεταλούδα που πετούσε σαν τρελή
Και ποιος να ξέρει άραγε τι του `πε η ξελογιάστρα
και ‘κείνο εκοκκίνισε ακόμα πιο πολύ

Και όλο συλλογιέμαι τα φτερά τ’ ανοιγμένα
αλλά το τι να είπαν δεν το βρίσκω, ομολογώ
Ποιος άραγε το ξέρει να το πει και σε μένα
Ας τ’ άκουγα από ‘σένα κι ας κοκκίνιζα και `γω

Χθες το φεγγάρι ασήμωσε της λεύκας μας τα φύλλα
που στέκονταν ακίνητη εκεί στην ερημιά
κι όταν ο Μπάτης φύσηξε της ήρθε ανατριχίλα
κι αμέσως τρεμουλιάσανε τα φύλλα τα ασημιά.

Και όλο συλλογιέμαι, συλλογιέμαι πως κάτι,
Πρέπει να είπε ο Μπάτης μυστικό μες τα κλαδιά
Ας τ’ άκουγα από σένα τα λογάκια του Μπάτη,
κι ας ένιωθα να τρέμει σαν τα φύλλα η καρδιά

Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Θέλω τα ώπα μου - Άννα Φόνσου




Θέλω τα ώπα μου
θέλω τις τρέλες μου
θέλω τις τσάρκες μου
με γιώτα χι
Θέλω τις μάσες μου
θέλω τις φούμες μου
θέλω τις ξάπλες μου
στην εξοχή

Θέλω τ'αλλιώτικα
θέλω τ'απίθανα
και τα παράξενα
πού'χει η ζωή
θέλω τα γλέντια μου
και τα ξενύχτια μου
θέλω ταόργανα
ως το πρωί

Θέλω τα αστεία μου
τα καλαμπούρια μου
την σαχλαμάρα μου
να τηνε πώ
Θέλω τα χάδια μου
και την σφαλιάρα μου
από τον ανθρωπο
που αγαπώ

Θέλω τα πείσματα
θέλω τις ζήλιες μου
και τις κορδέλες μου
τις πονηρές
Θέλω τα όμορφα
θέλω τα ήσυχα
θέλω τις τρέλες μου
τις ζωηρές

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2013

Ο γλάρος - Αλίκη Καγιαλόγλου




Η Αλίκη Καγιαλόγλου είναι γνωστή στην Ελλάδα και στο εξωτερικό για την εμμονή και το πάθος της για το τραγούδι, (αυτό που άγει την ψυχή και όχι ακόμα ένα προϊόν), για τον τρόπο ερμηνείας και επικοινωνίας της με το κοινό αλλά και για τη σχέση της με την ποίηση. Μελέτησε αρχικά τραγούδι ως υπότροφος του Ωδείου Αθηνών με τη Μαρίκα Καλφοπούλου και αργότερα με τους Φραγκίσκο Βουτσίνο και Σπύρο Σακκά. Συνεργάστηκε με δύο από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες, αρχικά με το Μίκη Θεοδωράκη και αργότερα με το Μάνο Χατζιδάκι στις συναυλίες τους και ηχογράφησε τραγούδια τους σε ποίηση Ν. Γκάτσου, Μ. Αναγνωστάκη, Αγγ. Ελευθερίου, Οδ. Ελύτη, κ.α. Από το 1982 δίνει ατομικά ρεσιτάλ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Μεξικό, Ισπανία, Τυνησία, Κύπρο, Ιταλία, Γαλλία, Σουηδία, Τουρκία, Γερμανία κ.α), όπου αποσπά εξαιρετικές κριτικές. Το 1989, το 1990 και το 1991 παρουσίασε την παράσταση Δύσκολοι Έρωτες παίζοντας το μονόλογο του Ζαν Κοκτώ Ο Ωραίος Αδιάφορος σε σκηνοθεσία Β. Νικολαϊδη.




Μια βάρκα ήταν μόνη της σε θάλασσα γαλάζια
κι ήτανε κι ένας γλάρος με ολόλευκα φτερά
κι όλο την κοντοζύγωνε για να της κάνει νάζια
και τις φτερούγες του έβρεχε στα γαλανά νερά

Και ζήλεψα τη βάρκα τη μικρή τη χιονάτη
που της φιλούσε ο γλάρος το κατάλευκο πανί
Και νιώθω σαν βαρκούλα στα γαλάζια τα πλάτη
που όλο περιμένει κάποιο γλάρο να φανεί

Ένα γεράνι κόκκινο λουλούδισε στη γλάστρα
κι ήρθε μια πεταλούδα που πετούσε σαν τρελή
Και ποιος να ξέρει άραγε τι του `πε η ξελογιάστρα
και ‘κείνο εκοκκίνισε ακόμα πιο πολύ

Και όλο συλλογιέμαι τα φτερά τ’ ανοιγμένα
αλλά το τι να είπαν δεν το βρίσκω, ομολογώ
Ποιος άραγε το ξέρει να το πει και σε μένα
Ας τ’ άκουγα από ‘σένα κι ας κοκκίνιζα και `γω

Χθες το φεγγάρι ασήμωσε της λεύκας μας τα φύλλα
που στέκονταν ακίνητη εκεί στην ερημιά
κι όταν ο Μπάτης φύσηξε της ήρθε ανατριχίλα
κι αμέσως τρεμουλιάσανε τα φύλλα τα ασημιά.

Και όλο συλλογιέμαι, συλλογιέμαι πως κάτι,
Πρέπει να είπε ο Μπάτης μυστικό μες τα κλαδιά
Ας τ’ άκουγα από σένα τα λογάκια του Μπάτη,
κι ας ένιωθα να τρέμει σαν τα φύλλα η καρδιά 

Πέμπτη 1 Αυγούστου 2013

Θα ξανάρθεις - Μπάμπης Τσέρτος





Ο Μπάμπης Τσέρτος γεννήθηκε το 1956 στα Τρόπαια Αρκαδίας. Ο πατέρας του ήταν μουσικός και έπαιζε μαντολίνο.  Στα παιδικά του χρόνια, στα Τρόπαια, τραγουδούσε σε παρέες. Σε ηλικία 17 ετών εγκαθίσταται στην Αθήνα  και το 1974 εισάγεται στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σαν φοιτητής, ζει την «αναβίωση» του  ρεμπέτικου, μαθαίνει μπουζούκι και συμμετέχει στο συγκρότημα του Πανεπιστημίου, τραγουδώντας έντεχνα, λαϊκά, ρεμπέτικα και δημοτικά τραγούδια.

                                      
                                    

 Δε με μέλλει αν οι όρκοι μας σβηστήκαν
δε με μέλλει εάν όλα ξεχαστήκαν,
πίστεψε με διόλου δεν πονώ
κι αν εσύ ξεχνάς κι εγώ ξεχνώ.

Δε με μέλλει αν η καρδιά σου άλλον θέλει,
δυνατά σου το φωνάζω δε με μέλλει,
δε ζηλεύω αυτόν που αγαπάς
δε με μέλλει όπου θέλει ας πας.

Θα ξανάρθεις,
όσα χρόνια κι αν περάσουν θα ξανάρθεις
και συμπόνια θα ζητάς μετανιωμένη
θε να `ρθεις με ραγισμένη την καρδιά.

Θα ξανάρθεις,
δεν μπορεί παρά μια μέρα να ξανάρθεις
όταν μάθεις πως εβγήκες γελασμένη,
θα ξανάρθεις ντροπιασμένη μια βραδιά.

Δε με μέλλει αν πουλάς την αγκαλιά σου
κι αν μοιράζεις σ’ όποιον να `ναι τα φιλιά σου,
θα `ρθει μέρα που θα με ποθείς
σου το λέω να το θυμηθείς.

Δε με μέλλει που όποιος θέλει σ’ αγοράζει
κι αν εξέχασες τους όρκους δεν πειράζει,
ότι τώρα δυνατά ποθείς
θα `ρθει μέρα να το βαρεθείς.