Πώς βαριέμαι σε τούτη την ακτή
που ο ήλιος με ξεραίνει
δεν είμ' έρημος, δεν είμαι νησί
μα ούτε κι η Ελένη
και το 'ξερες.
Πώς θα μοιάζω μετά από καιρό
πως μ' έχεις σημαδέψει
με κρατάς και να φύγω δε μπορώ
κανείς μας δε θ' αντέξει
και το 'ξερες.
Πέφτω στη θάλασσα και πάλι βρέχομαι
και πάλι έρχομαι κοντά.
Μέσα απ' τα κύματα πιάνω τα σήματα
που με φωνάζουν στ' ανοιχτά.
Πώς βαριέμαι σε τούτη την ακτή
που μ' έχεις φυλακίσει
δεν είμ' άνεμος, δεν είμαι πανί
δε λέει να φυσήξει
και το 'ξερες.
Πώς θα μοιάζουν μετά από καιρό
οράματα που ζούμε
στην ακτή με τ' αθάνατο νερό
κι οι δυό μας θα χαθούμε
και το 'ξερες.
που ο ήλιος με ξεραίνει
δεν είμ' έρημος, δεν είμαι νησί
μα ούτε κι η Ελένη
και το 'ξερες.
Πώς θα μοιάζω μετά από καιρό
πως μ' έχεις σημαδέψει
με κρατάς και να φύγω δε μπορώ
κανείς μας δε θ' αντέξει
και το 'ξερες.
Πέφτω στη θάλασσα και πάλι βρέχομαι
και πάλι έρχομαι κοντά.
Μέσα απ' τα κύματα πιάνω τα σήματα
που με φωνάζουν στ' ανοιχτά.
Πώς βαριέμαι σε τούτη την ακτή
που μ' έχεις φυλακίσει
δεν είμ' άνεμος, δεν είμαι πανί
δε λέει να φυσήξει
και το 'ξερες.
Πώς θα μοιάζουν μετά από καιρό
οράματα που ζούμε
στην ακτή με τ' αθάνατο νερό
κι οι δυό μας θα χαθούμε
και το 'ξερες.